Παραγωγικότητα πλωτών μυδοκαλλιεργειών του είδους MYTILUS GALLOPROVINCIALIS LAMARCK, 1819, στο ΒΔ Θερμαϊκό κόλπο στις εκβολές του ποταμού Λουδία
/ Μητσούδη, Σοφία/ / Αντωνοπούλου, Αννεζίνα
Institution and School/Department of submitter: | ΤΕΙ Θεσσαλονίκης |
Keywords: | Ποταμός Λουδίας;MYTILUS GALLOPROVINCIALIS LAMARCK;Μυδοκαλλιέργεις Πλωτών;Θερμαϊκός Κόλπος |
Issue Date: | 6-Apr-2009 |
Abstract: | Η παρούσα μελέτη εστιάζει στην καταγραφή της παραγωγής του μυδιού Mytilus galloprovincialis Lamarck, 1819 καθώς και στην ποσότητα του γόνου του μυδιού (δυναμική), που εγκαθίσταται επάνω στις αναρτημένες αρμαθιές των πλωτών μυδοτροφείων. Η μελέτη έλαβε χώρα στο Βορειοδυτικό Θερμαϊκό κόλπο, στις εκβολές του ποταμού Λουδία. Οι κόλποι Θεσσαλονίκης και Θερμαϊκού αποτελούν τις πιο σημαντικές θαλάσσιες περιοχές της Ελλάδας για την ανάπτυξη της μυδοκαλλιέργειας. Στους δυο αυτούς κόλπους φιλοξενούνται οι περισσότερες μονάδες μυδοκαλλιεργειών που αποτελούν τη μεγαλύτερη πηγή παραγωγής καλλιεργούμενων μυδιών της Ελλάδας. Για τη διεξαγωγή αυτής της εργασίας, επιλέχθηκαν τρεις σταθμοί μελέτης και διενεργήθηκαν 12 μηνιαίες δειγματοληψίες στην περίοδο Μάιος 2004 – Απρίλιος 2005. Σε κάθε δειγματοληψία λαμβάνονταν το βιολογικό υλικό (δείγμα), από τρεις αρμαθιές ανά πλωτή μονάδα και από τέσσερις θέσεις των 10 cm στην κάθε αρμαθιά. Παράλληλα, καταγράφηκε η θερμοκρασία νερού καθώς μετεωρολογικά και διαχειριστικά στοιχεία. Στο εργαστήριο, έγινε διαλογή του γόνου από τα ενήλικα μύδια με τη βοήθεια κόσκινων κοκκομετρίας (500 μm, 1,40 mm, 2,00 mm και 4,00 mm), ακολούθησε επιμέρους διαχωρισμός του γόνου σε 10 κλάσεις μεγέθους (0,36- 1,35- 2,41- 4,25- 7,83- 12,50- 17,50- 20,00- 22,00- 24,00-26,00 mm). Η πυκνότητα του γόνου μετρήθηκε σε όλο το δείγμα ή σε υποδείγματα μετά από σχετικές αναγωγές, για τα πυκνά δείγματα. Στα ενήλικα μύδια απομακρύνθηκαν τυχόν επιβιότες (πολύχαιτοι, ασκίδια κ.ά.), αφαιρέθηκε το ενδοκελυφικό υγρό τους και ο βύσσος των μυδιών, μετρήθηκε το μήκος (cm) και έγινε ζύγιση υγρών και ξηρών βαρών (μετά από ξήρανση σε κλίβανο για 24 h στους 120 °C) με τη χρήση ζυγού ακριβείας 0,001g. Το μήκος γόνου και ενηλίκων μυδιών μετρήθηκε με παχύμετρο ακριβείας 0,01 cm. Σύμφωνα με τα δεδομένα των μετρήσεων και της στατιστικής επεξεργασίας προκύπτει ότι: ο γόνος εγκαθίσταται από το μήνα Φεβρουάριο έως και το μήνα Ιούλιο και έχει μέγιστη παρουσία το Μάιο. Παρατηρείται απουσία του γόνου από όλους τους σταθμούς τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Ο γόνος, εμφανίζεται περιστασιακά το υπόλοιπο της διαχειριστική περιόδου σε μικρές ποσότητες και μεσαία μεγέθη (11,70- 22,10 mm). Η μέση πυκνότητα του γόνου μεγέθους ≤ 6,50 mm πάνω στις αρμαθιές κυμάνθηκε από 15.000 – 45.000 άτομα/ m αρμαθιάς το Μάιο (που παρατηρείται η μεγαλύτερη παρουσία γόνου πάνω στις αρμαθιές), με μέσο όρο τα 29.000 άτομα/ m αρμαθιάς. Παρόλη την ποσότητα του γόνου που εγκαθίσταται πάνω στις αρμαθιές, ο γόνος αυτός δεν χρησιμοποιείται. Η μεγαλύτερη ποσότητα γόνου συλλέχθηκε από το σταθμό 3 (52,0 %) που βρίσκεται Νοτιοανατολικά του Λουδία , ακολουθεί ο σταθμός 2 (30,6 %) που είναι κεντρικός σταθμός και με λιγότερο γόνο βρέθηκε ο σταθμός 1 (17,4 %) στην αρχή του κόλπου. Η ποσότητα εγκατάστασης του γόνου φαίνεται να είναι συνάρτηση του μοντέλου του υδροδυναμισμού, της ύπαρξης ή μη των μονάδων και των διαχειριστικών πρακτικών των καλλιεργητών. Η τοποθέτηση συλλεκτήρων του γόνου γίνεται τον Ιανουάριο, η εγκατάσταση του γόνου σε αρμαθιές και γονοσυλλέκτες λαμβάνει χώρα το Φεβρουάριο. Ο γόνος, τοποθετείται από τους μυδοκαλλιεργητές στις αρμαθιές τον Ιούνιο, για την έναρξη της νέας καλλιεργητικής περιόδου και με την πάροδο 10 – 11 μηνών από την τοποθέτηση γόνου σε αρμαθιές το προϊόν διατίθεται προς πώληση. Ο δείκτης ευρωστίας (CI%) (μέσες τιμές) των ενήλικων μυδιών της περιοχής εμφανίζεται ιδιαίτερα χαμηλός (< 50 %), συγκρινόμενος με γειτονικές περιοχές. Πλησιάζει το 50 % το χειμώνα και την άνοιξη και μόνο για μικρή διάρκεια, αλλά δεν την ξεπερνά ποτέ. Οι αραιώσεις των μυδιών γίνονται 4 -5 φορές σε διαχειριστικό έτος. Ο χαμηλός CI % σε συνδυασμό με τις πολλές αραιώσεις μπορεί να δικαιολογούν τη χαμηλή ποιότητα των μυδιών της περιοχής και τη συνεχή μείωσή της με την πάροδό του χρόνου, συγκριτικά με παρόμοιες μελέτες που έγιναν στο παρελθόν στην περιοχή. Τα μύδια αναπτύσσονται καλύτερα, συνήθως κοντά στην επιφάνεια (4 m) παρά σε βαθύτερα νερά (7 m). |
Description: | Πτυχιακή εργασία -- Τμήμα Τεχνολογίας Αλιείας & Υδατοκαλλιεργειών (Παράρτημα Μουδανιά), 2009 – α/α 2206 |
URI: | http://195.251.240.227/jspui/handle/123456789/2715 |
Appears in Collections: | Ορκομωσίες |
Files in This Item:
File | Description | Size | Format | |
---|---|---|---|---|
Antonopoulou_Annezina.pdf | 4.91 MB | Adobe PDF | View/Open |
Please use this identifier to cite or link to this item:
This item is a favorite for 0 people.
http://195.251.240.227/jspui/handle/123456789/2715
Items in DSpace are protected by copyright, with all rights reserved, unless otherwise indicated.